Richard Lang
Ο Douglas Harding γεννήθηκε το 1909 στο Suffolk της Αγγλίας. Μεγάλωσε στο περιβάλλον μιας αυστηρά δογματικής Χριστιανικής αίρεσης, την Exclusive Plymouth Brethren. Οι “Brethren” πίστευαν ότι είχαν σωθεί, ότι είχαν το μοναδικό αληθινό μονοπάτι προς το Θεό και ότι όλοι οι άλλοι ήταν καταδικασμένοι στην Κόλαση. Όταν ο Harding έγινε 21 έφυγε. Δε μπορούσε να δεχτεί τη βιοθεωρία τους. Τι εγγύηση υπήρχε ότι είχαν δίκιο; Γιατί να ήταν λανθασμένες όλες οι άλλες θρησκευτικές ομάδες που επίσης ισχυρίζονταν ότι κατείχαν την Αλήθεια; Δε μπορούσαν όλοι να είναι σωστοί.
Στο Λονδίνο στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο Harding μελέτησε και άρχισε να εξασκεί την αρχιτεκτονική. Στον ελεύθερο χρόνο του, παρ' όλα αυτά, αφιέρωνε την ενέργειά του στη φιλοσοφία – στο να προσπαθήσει να καταλάβει τη φύση του κόσμου και τη φύση του εαυτού του. Στη φιλοσοφία εκείνης της εποχής εισάγονταν οι ιδέες της Σχετικότητας. Επηρεασμένος από αυτές τις ιδέες, ο Harding συνειδητοποίησε ότι η ταυτότητά του εξαρτώταν από την απόσταση του παρατηρητή – μερικά μέτρα μακρυά ήταν άνθρωπος, αλλά σε κοντινότερες αποστάσεις ήταν κύτταρα, μόρια, άτομα, σωματίδια... και από πολύ μακρύτερα απορροφούταν στο υπόλοιπο της κοινωνίας, της ζωής, του πλανήτη, του άστρου, του γαλαξία... Σαν ένα κρεμμύδι που είχε πολλά στρώματα. Ήταν ξεκάθαρο ότι χρειαζόταν κάθε ένα από αυτά τα στρώματα για να υπάρχει.
Αλλά τι ήταν στο κέντρο όλων αυτών των στρωμάτων; Ποιος ήταν πραγματικά;
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, ο Harding μετακόμισε στην Ινδία με την οικογένειά του για να δουλέψει εκεί σαν αρχιτέκτονας. Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η αναζήτηση του Harding για να αποκαλύψει την ταυτότητα του στο κέντρο – την αληθινή του ταυτότητα – έγινε επείγουσα. Γνωρίζοντας τους προφανείς κινδύνους του πολέμου, ήθελε να ανακαλύψει ποιος πραγματικά ήταν πριν πεθάνει.
Μια μέρα ο Harding έπεσε πάνω σε ένα σχέδιο του Αυστριακού φιλοσόφου και φυσικού Ernst Mach. Ήταν ένα προσωπικό πορτραίτο – αλλά ένα προσωπικό πορτραίτο με μια διαφορά. Τα περισσότερα προσωπικά πορτραίτα δείχνουν το πώς ο καλλιτέχνης φαίνεται μερικά μέτρα μακρυά. Αλλά ο Mach είχε ζωγραφίσει τον εαυτό του χωρίς να χρησιμοποιήσει καθρέφτη – είχε ζωγραφίσει το πώς φαινόταν από τη δική του οπτική γωνία, από μηδενική απόσταση.
Όταν ο Harding είδε αυτό το αυτο-πορτραίτο κατάλαβε. Μέχρι εκείνη τη στιγμή εξερευνούσε την ταυτότητά του από διάφορες αποστάσεις. Προσπαθούσε να φτάσει στο κέντρο του ξεφλουδίζοντας τα στρώματα. Εδώ παρ' όλα αυτά ήταν ένα προσωπικό πορτραίτο από την οπτική του ίδιου του κέντρου. Το εμφανές σχετικά με αυτό το πορτραίτο ήταν ότι δεν έβλεπες το κεφάλι του καλλιτέχνη. Για τους περισσότερους ανθρώπους αυτό το γεγονός είναι ενδιαφέρον ή διασκεδαστικό, αλλά τίποτα παραπάνω. Για τον Harding αυτό ήταν το κλειδί που άνοιξε την πόρτα του να δει την ενδότατη ταυτότητά του, γιατί πρόσεξε ότι βρισκόταν σε μια παρόμοια κατάσταση – το δικό του κεφάλι έλειπε επίσης. Στο κέντρο του κόσμου του δεν υπήρχε κεφάλι, δεν υπήρχε εμφάνιση – τίποτα απολύτως. Και αυτό το “τίποτα” ήταν ένα ιδιαίτερο “τίποτα” γιατί ήταν ταυτόχρονα αφυπνισμένο στον εαυτό του και γεμάτο από όλον τον κόσμο. Πολλά χρόνια αργότερα ο Harding έγραψε για την πρώτη φορά που είδε την αποκεφαλισμένη του κατάσταση:
“Δε νομίζω ότι υπήρξε 'πρώτη φορά'. Ή, αν υπήρξε, ήταν απλά το να πέσει πιο πολύ στην αντίληψή μου αυτό που πάντα αντιλαμβανόμουν. Πώς θα μπορούσε να υπάρχει μια 'πρώτη φορά' στο να βλέπεις το Αιώνιο; Σε μια περίσταση θυμάμαι ξεκάθαρα – μια ξεκάθαρη έσω όραση. Είχε 3 μέρη. (1) Ανακάλυψα στη γραμματική της επιστήμης του Karl Pearson, ένα αντίγραφο του σχεδίου του εαυτού του από τον Ernst Mach, ως μια ακέφαλη φιγούρα ξαπλωμένη στο κρεβάτι του. (2) Πρόσεξα πως αυτός – και εγώ – κοιτάγαμε έξω σε αυτό το σώμα και τον κόσμο, από τον Πυρήνα του κρεμμυδιού των εμφανίσεών μας. (3) Ήταν ξεκάθαρο ότι η Ιεραρχία, στης οποίας τότε βρισκόμουν στα αρχικά στάδια, έπρεπε να αρχίσει με την ακέφαλη κατάσταση, και ότι αυτή θα ήταν το νήμα πάνω στο οποίο τα πάντα έπρεπε να κρεμαστούν.”
Παρόλα αυτά, ο Harding περιέγραψε την ανακάλυψή του πιο δραματικά στο βιβλίο του On Having no Head (Πάνω στο να μην έχεις κεφάλι). Διαβάστε το σχετικό παράρτημα εδώ.
Μετά από αυτή την ανακάλυψη, ο Harding πέρασε οχτώ επιπλέον χρόνια δουλεύοντας πάνω στην Ιεραρχία του Παραδείσου και της Γης (The Hierarchy of Heaven and Earth). Στον πρόλογο ο CS Lewis το αποκάλεσε ένα “έργο ύψιστης διάνοιας”, η Ιεραρχία εκδόθηκε από τους Faber and Faber το 1952. (Η Shollond Trust εξέδωσε αντίγραφα του πολύ μεγαλύτερου αρχικού χειρόγραφου το 1998. Επισκεφθείτε το βιβλιοπωλείο.) Σε αυτό του το βιβλίο ο Harding εξερευνά, δοκιμάζει και βγάζει νόημα από την ανακάλυψή του σε ευρύτερους και βαθύτερους όρους. Δεν είναι ένα δημοφιλές βιβλίο για το ευρύ κοινό, αλλά είναι ένα βιβλίο που σίγουρα, με τον καιρό, θα αναγνωριστεί σαν ένα εξαίρετο φιλοσοφικό έργο.
Το 1961 η Βουδιστική Κοινωνία εξέδωσε το On Having No Head (σχετικά με το να μην έχεις κεφάλι) – γραμμένο για το ευρύ κοινό (Επίσης διαθέσιμο στο βιβλιοπωλείο.)
Στο τέλος των δεκαετιών του 1960 και 1970 ο Harding ανέπτυξε τα πειράματα – ασκήσεις αντίληψης σχεδιασμένες ώστε να διευκολύνουν τη θέαση της ακέφαλης φύσης μας και την εξερεύνηση του νοήματος και των συνεπειών στην καθημερινότητα.
Ο Harding έγραψε κι άλλα βιβλία – επίσης διαθέσιμα μέσω του βιβλιοπωλείου. Πέθανε τον Ιανουάριο του 2007, λίγο μετά από τα 98α γενέθλιά του.
Μπορείτε να δείτε τη νεκρολογία του Douglas Harding από την Independent.